Κυριακή, 27 Ιανουάριος 2013
Συνταγματικό και σύμφωνο με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) έκρινε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας το Προεδρικό Διάταγμα 120/2008 που αφορά το Πειθαρχικό Δίκαιο του Αστυνομικού Προσωπικού, ενώ παράλληλα απέρριψε τις προσφυγές της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αξιωματικών Αστυνομίας και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς των Ομοσπονδιών των απασχολούμενων στην ΕΛΑΣ.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς των Ομοσπονδιών των απασχολούμενων στην ΕΛΑΣ.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου απέρριψε τους ισχυρισμούς των αστυνομικών ότι είναι αντίθετες στις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου, οι διατάξεις του επίμαχου διατάγματος που προβλέπουν ότι η πειθαρχική διαδικασία η οποία έχει αρχίσει για παραπτώματα που επισύρουν την ανώτερη προβλεπόμενη ποινή, συνεχίζεται και μετά την έξοδο του αστυνομικού από το σώμα.
Απορρίφθηκε αυτός ο ισχυρισμός από το δικαστήριο, καθώς κρίθηκε ότι η ρύθμιση αυτή αποβλέπει «στον κολασμό σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων που διαπράττονται από αστυνομικό υπάλληλο, ενόσω διαρκεί η υπαλληλική του σχέση και για τον έλεγχο των οποίων έχει αρχίσει η πειθαρχική διαδικασία πριν από την καθ' οιονδήποτε τρόπο έξοδο του πειθαρχικώς διωκομένου» από το σώμα της ΕΛΑΣ.
Επίσης, οι δικαστές απέρριψαν τον ισχυρισμό ότι είναι αντισυνταγματική η πρόβλεψη του διατάγματος που αναφέρει ότι «πειθαρχικό παράπτωμα που επισύρει την ποινή της απόταξης, συνιστά η από πρόθεση τέλεση κάθε εγκλήματος που στρέφεται κατά ανωτέρου και σχετίζεται με την εκτέλεση της υπηρεσίας».
Και είναι αντισυνταγματική κατά την Ομοσπονδία η διάταξη αυτή, γιατί «εισάγεται διαφορετική μεταχείριση των ανωτέρων έναντι των κατωτέρων σε βαθμό αστυνομικών, με συνέπεια όταν το έγκλημα στρέφεται κατά ανωτέρων να τιμωρείται με απόταξη».
Αντισυνταγματική είναι κατά τους ισχυρισμούς των αστυνομικών και η πρόβλεψη του Π.Δ. 120/2008 που ορίζει ως πειθαρχικό παράπτωμα τη «ροπή στη χρήση οινοπνευματωδών ποτών». Να σημειωθεί ότι παράπτωμα αυτό, επισύρει την ποινή της απόταξης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμο τον ισχυρισμό αυτό, καθώς η επίμαχη διάταξη για τη συνδρομή του πειθαρχικού παραπτώματος «απαιτείται ως προϋπόθεση η μόνιμη τάση προς μέθη του πειθαρχικώς διωκομένου αστυνομικού υπαλλήλου, η οποία συνεπώς, αποτελεί εκδήλωση συμπεριφοράς που δεν στηρίζεται σε μεμονωμένα περιστατικά, αλλά διακρίνεται για τη διάρκειά της».
Παράλληλα, απορρίφθηκε από την Ολομέλεια ο ισχυρισμός των αστυνομικών ότι είναι αντισυνταγματική η ρύθμιση του εν λόγω Π.Δ. που προβλέπει ότι πειθαρχικό παράπτωμα το οποίο μπορεί να επισύρει την ποινή της αργίας με απόλυση, αποτελεί η δημόσια (προφορικώς ή εγγράφως) άσκηση κριτικής των πράξεων της ιεραρχίας με τη χρήση ψευδών ή αβάσιμων επιχειρημάτων.
Οι δικαστές δεν δέχθηκαν τον ισχυρισμό των δύο Ομοσπονδιών περί αντισυνταγματικότητας της τελευταίας αυτής ρύθμισης, κρίνοντας ότι «δεν θίγεται ο πυρήνας των δικαιωμάτων της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνουν το δικαίωμα της ελεύθερης εκδήλωσης της σκέψης και της γνώμης, καθώς οι θεσπιζόμενοι περιορισμοί αποβλέπουν στη μη χρησιμοποίηση υποτιμητικών εκφράσεων εκ μέρους των αστυνομικών για τους ανωτέρους τους που υπερβαίνουν τα άκρα όρια, καθώς και στην απαγόρευση της εν γνώσει χρήσης ψευδών επιχειρημάτων».
Οι περιορισμοί αυτοί, υπογραμμίζει η δικαστική απόφαση, «δικαιολογούνται λόγω της ιδιαίτερης φύσης της Ελληνικής Αστυνομίας ως ενόπλου σώματος ασφαλείας, στρατιωτικά οργανωμένου που έχει ως αποστολή την εξασφάλιση της δημόσιας ειρήνης και ευταξίας, καθώς και την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος και την προστασία του κράτους και του δημοκρατικού πολιτεύματος».
Απορρίφθηκαν όλοι οι ισχυρισμοί των αστυνομικών ότι συγκρούονται με το Σύνταγμα οι διατάξεις του επίμαχου διατάγματος που αναφέρονται στην επιβολή προστίμου στις περιπτώσεις ψευδούς αναφοράς, κατάθεσης ή δήλωσης από πρόθεση και κακόβουλου υπαινιγμού ή χαρακτηρισμού.
http://www.ethnos.gr