Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

Παρατηρήσεις επί του σχεδίου Νόμου«ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

 Αθήνα 13 Φεβρουαρίου 2014
Το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου «Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας κλπ», δεν αποτελεί προϊόν ουσιαστικού διαλόγου, πολύ δε περισσότερο, προϊόν επιστημονικής μελέτης, όπως ήταν το πάγιο αίτημά μας εδώ και χρόνια. Συντάχθηκε από αγνώστους σε μας υπηρεσιακούς παράγοντες, ενώ εμείς ζητούσαμε να προηγηθεί κοινωνικός διάλογος στο πλαίσιο διευρυμένης κοινοβουλευτικής επιτροπής ώστε κατ' αρχήν να απαντηθεί το ερώτημα τι αστυνομία θέλουμε και για τι τη θέλουμε. Δηλαδή, ποιος θα είναι ο χαρακτήρας της, ποιος ο προσανατολισμός και οι αρμοδιότητές της, στο πλαίσιο της πολιτικής του ενιαίου δόγματος ασφαλείας για όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες, από την Ελληνική Αστυνομία, την Πυροσβεστική, την Πολιτική Προστασία και το Λιμενικό Σώμα μέχρι το ΣΔΟΕ, άλλες υπηρεσίες οικονομικών ελέγχων και την ΕΥΠ.
Δυστυχώς, ενώ η πρότασή μας αυτή είχε υιοθετηθεί και προς τούτο είχε προκηρυχθεί σχετικός διεθνής διαγωνισμός εντούτοις αυτός ακυρώθηκε χωρίς να δοθεί περαιτέρω εξήγηση. Έτσι, από πέρυσι βρισκόμασταν σε μια φάση προετοιμασίας ενός νομοσχεδίου που εν τέλει εκπονήθηκε χωρίς τη δική μας ουσιαστική συμμετοχή και χωρίς να ληφθούν έστω υπόψη οι προτάσεις μας, αλλά ούτε και οι σοβαρές ενστάσεις που είχαμε καταθέσει πριν ένα χρόνο στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης και οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν στο ακέραιο. Θεωρούμε δε ότι το δίκαιο αίτημά μας για ουσιαστική μεταρρύθμιση «αξιοποιήθηκε» για να προωθηθούν αποσπασματικά μέτρα με μοναδικό στόχο να μειωθούν ακόμα περισσότερο τα λειτουργικά κόστη, με αμφίβολα όμως αποτελέσματα στον τομέα της αστυνόμευσης και της ασφάλειας του τόπου.
Έχοντας την υπηρεσιακή εμπειρία, αλλά και τις προτάσεις μελετητών από το 2000 ακόμα, πιστεύουμε ότι με την προτεινόμενη αναδιοργάνωση θα δημιουργηθούν πολύ περισσότερα προβλήματα, θα αυξηθεί η ανασφάλεια των ίδιων των αστυνομικών, θα πολλαπλασιαστεί η σύγχυση και η γραφειοκρατία και τελικά θα περιπλακούν τα αστυνομικά πράγματα στη χώρα μας.
Το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου δεν αποτελεί καινοτομία, αλλά απλή συρραφή ισχυόντων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων, με επανακαθορισμό αρμοδιοτήτων, ανακατανομή μέσω φωτογραφικών διατάξεων της αστυνομικής εξουσίας εντός του ίδιου αστυνομικού πλαισίου λειτουργίας. Προκαλεί επίσης περισσότερη ανησυχία και αρρυθμία, απ' ό,τι θετικό φιλοδοξεί να πετύχει, διότι προκαταλαμβάνει με τον ίδιο τρόπο μείζονος σημασίας ζητήματα, όπως η διάρθρωση υπηρεσιών σε περιφερειακό επίπεδο με την κατάργηση των Αστυνομικών Διευθύνσεων των νομών (προφανώς υπάρχουν τα αντίστοιχα νομοθετήματα, αλλά δεν τα παρουσιάζει όπως μεταθέσεις προσωπικού, ωράριο εργασίας, αξιολογήσεις, κρίσεις κλπ) και το κυριότερο δεν παρουσιάζονται αξιόπιστα στοιχεία για το συνολικό κόστος των προωθούμενων αλλαγών. Σύμφωνα με την έκθεση του ΓΛΚ προκύπτει μια επιβάρυνση περίπου 18.000.000 ευρώ, χωρίς όμως να προσδιορίζονται επακριβώς τα κόστη ή τα οφέλη των αναδιαρθρώσεων των υπηρεσιών κλπ.
  Με τον τρόπο αυτό δεν αποτρέπονται οι συνέπειες από τη λειτουργία μιας «φτηνής» και υποβαθμισμένης Αστυνομίας, καθώς ως γνωστόν καθημερινά αντιμετωπίζουμε την δυσλειτουργία και απαξίωση πολλών υπηρεσιών, τον απαρχαιωμένο στόλο οχημάτων, τις περικοπές που αναγκάζουν συναδέλφους να πληρώνουν από την τσέπη τους διάφορα έξοδα κλπ. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι συνεχώς διογκώνεται ο Κλάδος των σεκιούριτι, ενώ την ίδια ώρα δεν ανανεώνεται το ανθρώπινο δυναμικό μας.
  Επίσης, δεν είναι αποδεκτή για μας και δεν συνιστά εκσυγχρονισμό η περαιτέρω φαλκίδευση του αξιοκρατικού συστήματος προσλήψεων αστυνομικών μέσω των πανελληνίων εξετάσεων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, με τον προγραμματισμό νέων προσλήψεων διαφόρων κατηγοριών ενστόλων, οι μετακινήσεις πολιτικών υπαλλήλων και πρώην δημοτικών αστυνομικών, ενώ παραμένει κλειστή η Σχολή Αστυφυλάκων τόσο για αυτούς που πέτυχαν στις περσινές εξετάσεις όσο και στους νέους μαθητές της Γ' Λυκείου που επιθυμούν να συμμετάσχουν και φέτος στις πανελλαδικές, συμπληρώνοντας έγκαιρα τα σχετικά μηχανογραφικά δελτία.
  Στη συνέχεια παραθέτουμε τις σημαντικότερες επί του σ.ν. παρατηρήσεις μας:
1. Σε επίπεδο φορέα Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, θεωρείται θετική η σύσταση μιας επιτελικής διεύθυνσης, όπως η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Επιτελικού Σχεδιασμού (ΓΔΟΕΣ), στο βαθμό που δεν υποκαθίσταται ή επικαλύπτεται από ανάλογες υπηρεσίες των Σωμάτων και εφόσον εξυπηρετεί πράγματι τις ανάγκες των Υπηρεσιών και δεν λειτουργεί με εξωυπηρεσιακά κριτήρια, προστατεύοντας το δημόσιο συμφέρον, με όρους διαφάνειας για το δημόσιο χρήμα. Δεν παύει, όμως, να είναι και πάλι νεφελώδες το νομικό πλαίσιο που θα διέπει τον νέο Οργανισμό λειτουργίας του Υπουργείου, λόγω της υπαγωγής πολλών και διαφορετικών φορέων με αρμοδιότητες άλλων υπουργείων, όπως η πολιτική προστασία, το άσυλο κλπ, με αδιευκρίνιστες τις αρμοδιότητες του εκάστοτε Γενικού Γραμματέα Δημόσιας Τάξης. Δεν διευκρινίζεται επίσης αν σε επίπεδο Υπουργείου θα είναι μόνο η υπό ίδρυση ΓΔΟΕΣ, που θα στελεχωθεί με 120 τουλάχιστον άτομα από την αστυνομία, την πυροσβεστική και την πολιτική προστασία. Θα ανακοινωθούν άλλες αλλαγές και ποιες, αργότερα;
2. Καίριας σημασίας αρνητικό στοιχείο που υπονομεύει την όποια προσπάθεια εκσυγχρονισμού των δομών ασφαλείας της χώρας, αποτελεί η μη λειτουργική διασύνδεση της Ελληνικής Αστυνομίας με το Λιμενικό Σώμα με την μη απευθείας υπαγωγή του στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Το λεγόμενο ενιαίο δόγμα ασφαλείας, δεν ακούστηκε ούτε μια φορά, ενώ στόχος της αναδιάρθρωσης είναι υποτίθεται η διασφάλισή του. Είναι αδιανόητο να υποστηρίζεται ότι η «αναδιοργάνωση» στοχεύει στην βελτίωση της αστυνόμευσης με τη δημιουργία π.χ. και ξεχωριστού Κλάδου Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, όταν αποσιωπάται η αποκομμένη λειτουργία του Λιμενικού Σώματος και τα κοινά με τους συναδέλφους μας Λιμενικούς προβλήματα ή η μεταναστευτική ευρωπαϊκή πολιτική, που έχει μετατρέψει την χώρα μας και τις αστυνομικές εγκαταστάσεις σε χώρους κράτησης παράνομων αλλοδαπών.
3. Σε ό,τι αφορά αυτή καθ' αυτή την αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, το αμέσως ορατό αποτέλεσμα είναι η κατάργηση 6.700 οργανικών θέσεων Αστυφυλάκων, σημειωτέον από ένα ξεπερασμένο οργανόγραμμα, που χρήζει πράγματι αναθεώρησης με τα σημερινά δεδομένα που είναι σίγουρα διαφοροποιημένα σε σχέση με το παρελθόν. Παραμένει άγνωστο επίσης με ποια κριτήρια καταργούνται το Αρχηγείο, οι Κλάδοι, οι Αστυνομικές Διευθύνσεις, γιατί ιδρύονται τόσες αυτοτελείς Κεντρικές Υπηρεσίες κλπ. Η Αστυνομία τριχοτομείται σε Αστυνομία Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών, χωρίς να είναι σαφές αν επιδιώκεται και η κατ' αρμοδιότητα εξειδίκευση (;) ή αν θα συνεχιστεί ο ισχύων χαρακτήρας του υπαλλήλου Γενικών Καθηκόντων. Σύγχυση υπάρχει, όμως, και με το χαρακτήρα των τριών αστυνομιών. Δεδομένου ότι αυτήν την περίοδο το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει ξεκινήσει την εφαρμογή του παλιού νόμου (Ν.2145/1993) για την ίδρυση Δικαστικής Αστυνομίας, είναι ένα ερώτημα γιατί αυτή η παράμετρος δεν έχει ληφθεί υπόψη.
4. Εκτός από τις αυτοτελείς, Κεντρικές Υπηρεσίες με πανελλαδική δραστηριότητα (Αντιτρομοκρατική, Οικονομική Αστυνομία, Οργανωμένου εγκλήματος, Ηλεκτρονικού εγκλήματος, Πληροφοριών κλπ), παγιώνεται ως μορφή αστυνόμευσης η δημιουργία Κινητών Μονάδων, καθώς και η συγκρότηση συνεργείων, χωρίς να διευκρινίζεται πού φτάνει η ευχέρεια της διοίκησης ως προς τις επιλογές της. Επίσης δεν αναφέρεται πουθενά πώς κατοχυρώνεται η ομοιογένεια και η συναντίληψη των υπηρεσιών ή των ομάδων, αν είναι μεικτή η σύνθεσή τους κλπ. Με την προτεινόμενη δομή είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν αλληλεπικαλύψεις τόσο στην καθ' ύλην αρμοδιότητα, όσο και στη γεωγραφική αρμοδιότητα, δεδομένου ότι προτείνεται η δημιουργία πολλών ξεχωριστών υπηρεσιών ασφάλειας (δημόσια και κρατική ασφάλεια, παράνομη μετανάστευση και εγκλήματα που σχετίζονται με αυτή, οργανωμένο έγκλημα, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με ό,τι σχετίζεται με τις Υπηρεσίες ασφαλείας κλπ, οι οποίες στην πράξη θα αλληλεπικαλύπτονται).
5. Η αναδιάταξη σε επιτελικό επίπεδο των υπηρεσιών του Αρχηγείου, δεν θα έχει θετική επίδραση στην καθημερινή αστυνόμευση και εξυπηρέτηση των αναγκών του πολίτη. Αντί για απλοποίηση δομών και λειτουργιών, σημειώνεται μεγέθυνση της πολυπλοκότητας και του διαχωρισμού των Υπηρεσιών, ενώ διαμορφώνονται συνθήκες για ακόμη περισσότερες ανάγκες σε υποστηρικτικό και γραφειοκρατικό προσωπικό, παρά το ότι παρουσιάζεται μείωση επιτελείων και οργανικών θέσεων αστυφυλάκων. Ο βασικός διαχωρισμός στους κλάδους Τάξης, Ασφάλειας και Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων, θα μπορούσε να σταθεί σε επιτελικό επίπεδο, αλλά η καθετοποίηση μέχρι τη βάση, δημιουργεί τον κίνδυνο να υπάρξουν τρεις διαφορετικές αστυνομίες. Είναι φανερή η τάση για υπερσυγκεντρωτισμό αρμοδιοτήτων στο κέντρο, σε βάρος των Περιφερειών και των Αστυνομικών Διευθύνσεων, χωρίς να γίνεται γνωστό τι άλλο επιφυλάσσει ο νομοθέτης για τις υφιστάμενές τους δομές. Επίσης, η διοικητική ευθύνη για την εγκληματικότητα διασπάται, δεδομένου ο ΓΑΔΠ δεν θα έχει αρμοδιότητα για θέματα ασφάλειας, αλλά ούτε και ο Διευθυντής Ασφάλειας για όλα τα θέματα. Επιπλέον, είναι φανερό ότι υποβαθμίζεται η θέση και ο ρόλος του Αστυνομικού Διευθυντή σε επίπεδο νομού.
6. Θετικό στοιχείο θεωρείται η σύνδεση της αστυνομίας με την τοπική αυτοδιοίκηση μέσω των Επιτροπών Περιφερειακής Συνεργασίας και Ασφάλειας (άρθρο 12). Η πρόταση παραπέμπει στην παλιά Νομαρχιακή επιτροπή που ουδέποτε λειτούργησε, βεβαίως, και προκειμένου να καταστούν λειτουργικές αυτές, προτείνουμε να υπάρχει και συνδικαλιστής αστυνομικός ως εκπρόσωπός μας.
7. Στο σ.ν. δεν γίνεται καμία αναφορά στον κοινοβουλευτικό έλεγχο και στην εποπτεία που ζητάμε.
8. Δεν αναφέρεται πουθενά κάποιο σύστημα, μονάδα, υπηρεσία, συμβούλιο ή κάποιος έγκυρος τρόπος ανεξάρτητης παρακολούθησης της εγκληματικότητας.
9. Διατηρείται ως έχει το σύστημα ανάδειξης ηγεσίας από το ΚΥΣΕΑ, καθώς και η βαθμολογική ιεραρχία, αφού δεν προβλέπεται ουσιαστική αλλαγή στην αντιστοίχιση βαθμών και θέσεων.
ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΩΝ
  Δεν πρέπει, τελικά, να μας διαφεύγει ότι οποιαδήποτε ατελέσφορη αλλαγή, οδηγεί στην ουσία σε βήματα προς τα πίσω. Το να περάσει ως αναδιάρθρωση μια μη αναδιάρθρωση, υπονομεύει στην ουσία το μέλλον της ΕΛ.ΑΣ. Τα προτεινόμενα περί αναδιατάξεων δυνάμεων και αναβαθμίσεων υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων, γίνονται εν κατακλείδι εντελώς εμπειρικά, με άγνωστα κριτήρια και εγγυήσεις επιτυχίας, και ως εκ τούτου δεν παρέχουν κανένα εχέγγυο επιτυχίας. Αντιθέτως, προκαλούν ανησυχία και εύλογα ερωτηματικά σε όλους μας.
  Από όλες αυτές τις επισημάνσεις μας, συνάγεται ότι πρόκειται για ένα σχέδιο νόμου που δεν εξυπηρετεί τους στόχους για τους οποίους έχει εκπονηθεί, και δεν αρκούν τα όποια θετικά στοιχεία για να μετριάσουν τις έντονες ανησυχίες του συνόλου των συναδέλφων μας. Γι' αυτό καλούμε την Κυβέρνηση να προβεί στο πάγωμα της διαδικασίας συζήτησης ενώπιον της Επιτροπής σας έως ότου επανεξεταστεί το νομοπαρασκευαστικό πλαίσιο ενός σύγχρονου νομοθετήματος, σε ικανό προς εκπόνηση τούτου χρονικό διάστημα, με τη συμμετοχή επιστημονικών, συνδικαλιστικών και κοινωνικών φορέων, ώστε με νηφαλιότητα να προκύψει μια Αστυνομία για την Ελλάδα του 21ου αιώνα. Θεωρούμε, ωστόσο, επιβεβλημένο να προχωρήσει άμεσα στη ψήφιση των ρυθμίσεων εκείνων που συμβάλλουν στην προστασία του Έλληνα αστυνομικού (π.χ. αστυνομικά φαρμακεία, διασφάλιση εκτός έδρας παρελθόντων ετών κλπ) και στην επίλυση τρεχόντων υπηρεσιακών λειτουργικών προβλημάτων.
Με εκτίμηση