Αθήνα,7 Φεβρουαρίου 2014
Αρ. Πρωτ.:400/1/20
Αρ. Πρωτ.:400/1/20
Οι Ομοσπονδίες εκφράζουν την αντίθεση και την έντονη διαμαρτυρία τους για
το προωθούμενο στη Βουλή σχέδιο νόμου «Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας
κλπ», χωρίς να υπάρξει κανένας διάλογος και χωρίς να ληφθούν υπόψη ούτε οι
προτάσεις μας, αλλά ούτε και οι σοβαρές ενστάσεις που είχαμε καταθέσει πριν ένα
χρόνο στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης και οι οποίες εξακολουθούν να
ισχύουν στο ακέραιο.
Οι συμπολίτες μας, τους οποίους άλλωστε αφορά ευθέως η εύρυθμη λειτουργία
και αποτελεσματικότητα της Ελληνικής Αστυνομίας, αλλά και οι εργαζόμενοι σ'
αυτήν, δεν έχουν να περιμένουν θετικά αποτελέσματα από τις προωθούμενες
αλλαγές, καθώς αυτές απέχουν παρασάγγας από το καθολικό αίτημα το δικό μας,
αλλά και της ελληνικής κοινωνίας, για μια ουσιαστική μεταρρύθμιση του
συστήματος εσωτερικής ασφάλειας στη χώρα μας, στη βάση ενός ενιαίου δόγματος
ασφαλείας, που θα περιλαμβάνει όλους τους φορείς, από την Ελληνική Αστυνομία,
την Πυροσβεστική, την Πολιτική Προστασία και το Λιμενικό Σώμα μέχρι το ΣΔΟΕ,
άλλες υπηρεσίες οικονομικών ελέγχων και την ΕΥΠ.
Για να προκύψει αυτό, επιβάλλεται να συσταθεί άμεσα διακομματική
επιτροπή, όπως κατ' επανάληψη έχουμε ζητήσει, η οποία σε συνεργασία με
επιστημονικούς και συνδικαλιστικούς φορείς, αφού εξετάσει και επεξεργαστεί
όλα τα δεδομένα, θα προτείνει τις αναγκαίες θεσμικές παρεμβάσεις, ώστε αυτές να
τύχουν της μεγαλύτερης δυνατής συναίνεσης σε επίπεδο κοινοβουλίου και
κοινωνίας.
Το συγκεκριμένο νομοθέτημα δεν αποτελεί καινοτομία αλλά απλή συρραφή
ισχυόντων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων, με
επανακαθορισμό αρμοδιοτήτων, ανακατονομή με φωτογραφικές διατάξεις της
αστυνομικής εξουσίας εντός του ίδιου αστυνομικού πλαισίου λειτουργίας,
προκαλώντας μάλιστα περισσότερη ανησυχία και αρρυθμία, από ό,τι θετικό
φιλοδοξεί να πετύχει. Το γεγονός μάλιστα ότι παραπέμπονται σε μελλοντικές
ρυθμίσεις μείζονος σημασίας ζητήματα, όπως η διάρθρωση υπηρεσιών σε
περιφερειακό επίπεδο, θέματα προσωπικού (μεταθέσεις, ωράριο εργασίας,
αξιολογήσεις, κρίσεις κλπ) και το κυριότερο χωρίς να παρουσιάζονται αξιόπιστα
στοιχεία για το συνολικό κόστος των προωθούμενων αλλαγών, όλα αυτά μας
υποχρεώνουν να ζητήσουμε το πάγωμά τους και να καλέσουμε την κυβέρνηση να
αναθεωρήσει συνολικά τους σχεδιασμούς της.
Δεν είναι δυνατόν στην κρίσιμη περίοδο που διανύουμε με τον ένα εκ των δυο
κυβερνητικών εταίρων να διαχωρίζει τη θέση του, εκφράζοντας έντονα επιφυλάξεις
για τις προωθούμενες αλλαγές και από την άλλη τα κόμματα της αντιπολίτευσης να
μην συναινούν επίσης σε ένα νομοθέτημα που θα έπρεπε να τυγχάνει γενικής
αποδοχής, η κυβέρνηση να εμμένει στη συζήτηση ενός νομοσχεδίου που δεν έχει
καταρτιστεί με όρους κοινωνίας, αλλά με όρους μνημονίων, για άλλη μια φορά εις
βάρος όλων μας.
Στόχος ήταν και παραμένει η λειτουργία όχι μιας ξεπερασμένης σε δομές και
ελλειμματικής εκπαίδευσης αστυνομίας, με προσλήψεις προσωπικού που παραπέμπουν
σε ξεπερασμένες εποχές, αλλά μιας σύγχρονης Ελληνικής Αστυνομίας, απαλλαγμένης
από τη γραφειοκρατία και τα πάρεργα. Μιας αστυνομίας που θα ακολουθεί το
σύγχρονο βηματισμό άλλων σωμάτων, με υψηλά επίπεδα επαγγελματισμού και εγγυήσεις
για την αποτελεσματικότητα του επιδιωκόμενου στόχου.
Κατάργηση του Αρχηγείου, τριχοτομήσεις λειτουργιών, πρόχειρες μειώσεις
οργανικών θέσεων, συγχωνεύσεις και αυτονομήσεις υπηρεσιών, προσλήψεις εκτός
πανελληνίων εξετάσεων κλπ, είναι μέτρα που αποκαλύπτουν την δημοσιονομική και
μόνο αγωνία των «συντακτών» του νομοσχέδιου και για μας δεν συνιστούν την
πολυαναμενόμενη μεταρρύθμιση.
Γι' αυτό είμαστε αποφασισμένοι να διεκδικήσουμε την εφαρμογή μιας άλλης
πολιτικής που θα σέβεται πρωτίστως το θεσμικό μας αξίωμα και ρόλο στην ελληνική
κοινωνία. Προς τούτο καλούμε το υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του
Πολίτη να αναβάλει την κατάθεση και τη συζήτησή του στην αρμόδια Επιτροπή της
Βουλής την προσεχή εβδομάδα, ώστε με ψυχραιμία και σοβαρότητα να ξεκινήσει εξ
υπαρχής ένας σοβαρός διάλογος για μια μεταρρύθμιση που θα οδηγεί πραγματικά
στην αστυνομία του μέλλοντος.