Στην
υπαρκτή ανάγκη αναδιοργάνωσης της Ελληνικής Αστυνομίας, στις ελλείψεις αλλά και
σε σημεία του νομοσχεδίου που αναμένεται να δημιουργήσουν πρόβλημα στην καθημερινή
άσκηση του αστυνομικού έργου αναφέρθηκε η βουλευτής Β’ Θεσσαλονίκης της ΔΗΜ.ΑΡ.
Κατερίνα Μάρκου, κατά την ομιλία της επί του σχεδίου νόμου «Αναδιοργάνωση της
Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας
Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και
Προστασίας του Πολίτη και ρύθμιση λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου
Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη» την Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014.
Η
κ. Μάρκου τόνισε ότι ο διαχωρισμός των κλάδων τάξης και ασφάλειας, αλλά και η
υπαγωγή των Διευθύνσεων Οικονομικής Αστυνομίας και Οργανωμένου Εγκλήματος
κεντρικά στον κλάδο τους, φαίνεται να μη συμβαδίζει με το «συμμάζεμα» της
διοικητικής δομής και μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα κατά τη διάρκεια της καθημερινής
άσκησης του αστυνομικού έργου, που κατά κύριο λόγο είναι διακλαδικό, ιδίως σε
τοπικό επίπεδο. Πρότεινε, λοιπόν, να παραμείνει ο διαχωρισμός σε επίπεδο
υποδιευθύνσεων, ώστε να υπάρχει η απαραίτητη συνοχή και αποτελεσματικότητα στην
αστυνόμευση.
Μίλησε
ακόμα για την ανάγκη συνεχιζόμενης και διά βίου εκπαίδευσης, προτείνοντας οι
αστυνομικοί να εκπαιδεύονται διαρκώς και με μεθόδους εξ αποστάσεως εκπαίδευσης
σε μεθόδους αστυνόμευσης, σε τεχνικές αυτοάμυνας, ακόμα και στις αλλαγές της
σχετικής με τα καθήκοντά τους νομοθεσίας.
«Αναβάθμιση
της Ελληνικής Αστυνομίας σημαίνει πραγματικά υψηλής ποιότητας επένδυση στο
ανθρώπινο δυναμικό και στις υποδομές» τόνισε η κ. Μάρκου.
Όσον
αφορά την κατάργηση των 6.700 κενών οργανικών θέσεων, απευθυνόμενη στον κ. Υπουργό
Δημόσιας Τάξης, τόνισε αφενός ότι η
κατάργηση γίνεται χωρίς να απαλλάσσεται η Αστυνομία από πάρεργα αλλά, αντιθέτως,
με διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ΕΛΑΣ (π.χ. με τη δημοτική αστυνόμευση) και
αναρωτήθηκε για ποιο λόγο διατηρείται ο ίδιος αριθμός ανώτατων αξιωματικών, με
μεγάλο κόστος για το Δημόσιο, τη στιγμή που το ζητούμενο είναι μία ευέλικτη
Αστυνομία με μείωση του μισθολογικού κόστους.
Πρότεινε
ακόμα η κάλυψη των 300 νέων θέσεων ειδικών καθηκόντων να γίνεται με ήδη
υπηρετούντες αστυνομικούς που έχουν τα σχετικά προσόντα και μεγάλη εμπειρία στη
λειτουργία της αστυνομίας, σαφώς μεγαλύτερη από πολίτες χωρίς καμία σχετική
προϋπηρεσία.
Επίσης,
αναφέρθηκε στα κενά του νομοσχεδίου, όπως είναι τα ζητήματα υπηρεσιακής
κατάστασης και βαθμολογίου, παρόλο που ειδικά στο βαθμολόγιο υπάρχουν
διαπιστωμένα προβλήματα και σχετικές δικαστικές αποφάσεις (π.χ. προαγωγές ανθυπαστυνόμων).
Τέλος,
όπως είπε, ούτε κουβέντα δεν υπάρχει στο νομοσχέδιο για το «κύτταρο» της
αστυνομίας, τη μονάδα που είναι πιο κοντά στον πολίτη, δηλαδή το αστυνομικό
τμήμα, και η όποια αναδιοργάνωση λίγη
σημασία θα έχει, αν δεν συνοδεύεται και από την επίλυση των διαφόρων πρακτικών,
αλλά όχι λιγότερο ουσιαστικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι άνδρες και οι
γυναίκες της Ελληνικής Αστυνομίας, αλλά και του Πυροσβεστικού Σώματος στο
επίπεδο της λειτουργίας των τμημάτων, όπως είναι οι ανεπαρκείς προδιαγραφές
ασφάλειας των κτηριακών υποδομών, ο πεπαλαιωμένος εξοπλισμός, τα ελλιπή μέσα
ατομικής προστασίας κ.ά.
«Πρέπει
να καταλάβουμε ότι οι άνδρες και οι γυναίκες της ΕΛΑΣ αποτελούν την πρώτη
γραμμή άμυνας ενάντια στην εγκληματικότητα στο δρόμο, στη γειτονιά, στα σπίτια
μας. Είναι το πρώτο σημείο επαφής του πολίτη για την προστασία των δικαιωμάτων
του και της περιουσίας του» υπερθεμάτισε η κ. Μάρκου.
Ολοκλήρωσε
την ομιλία της λέγοντας πως τα ευεργετικά αποτελέσματα της όποιας
αναδιοργάνωσης θα κριθούν από τη διάχυσή τους στην κοινωνία, μέσα από τη μείωση
της εγκληματικότητας, την εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας και τήρησης της
νομιμότητας από τους πολίτες.