Κυριακή, 11 Μάρτιος 2012
Οι ληστείες, οι διαρρήξεις, οι ανθρωποκτονίες, η κακοποίηση φιλήσυχων αθώων και ανήμπορων συμπολιτών μας, να καταλαμβάνουν καθημερινά μεγάλο μέρος των ειδήσεων στα ΜΜΕ και σε ορισμένες περιπτώσεις οι πολίτες να αναγκάζονται να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους (σχετ.).
Σε σχετική ερώτηση στη Βουλή του Προέδρου του ΛΑ.ΟΣ κ.Καρατζαφέρη για την αναγκαιότητα αλλαγής των διατάξεων χρήσης του όπλου από τους αστυνομικούς, ο νέος υπουργός Π.τ.Π. κ.Χρυσοχοϊδης συνιστά ψυχραιμία (σχετ.). Οι αξιωματούχοι του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ , όπως αναφέρθηκε σε τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, τονίζουν ότι ο Νόμος είναι επαρκής και δεν χρήζει βελτιώσεων.
Σε σχετική ερώτηση στη Βουλή του Προέδρου του ΛΑ.ΟΣ κ.Καρατζαφέρη για την αναγκαιότητα αλλαγής των διατάξεων χρήσης του όπλου από τους αστυνομικούς, ο νέος υπουργός Π.τ.Π. κ.Χρυσοχοϊδης συνιστά ψυχραιμία (σχετ.). Οι αξιωματούχοι του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ , όπως αναφέρθηκε σε τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων, τονίζουν ότι ο Νόμος είναι επαρκής και δεν χρήζει βελτιώσεων.
Συμφωνούμε ότι η χρήση πυροβόλων όπλων από αστυνομικούς συνιστά μια από τις πιο έντονες και εμπαθείς κρατικές επεμβάσεις στα ατομικά δικαιώματα και στις ελευθερίες των πολιτών.
Η μετάλλαξη όμως του εγκλήματος στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια προς βιαιότερες μορφές προβάλλει έντονα το κοινωνικό αίτημα, αφ΄ ενός μεν για διασφάλιση των αστυνομικών στη χρήση των όπλων, αφ΄ ετέρου δε για αποκλεισμό από τη χρήση των όπλων όσων αστυνομικών δεν παρέχουν εχέγγυα σωματικής και ψυχικής καταλληλότητας.
Ίσως θα έπρεπε να επανεξετασθεί το νομικό πλαίσιο σ' ό,τι αφορά τη χρήση των όπλων από τους αστυνομικούς.
Ο αστυνομικός στήριγμα και ο αστυνομικός συνεργάτης, είναι αυτό που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία που σε καμία περίπτωση δεν χρειάζεται αστυνομικό πιστολέρο. Όμως, η κοινωνία απαιτεί από τους αστυνομικούς όποτε χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν το όπλο τους για να προστατεύσουν τη ζωή τους και τη ζωή των πολιτών, αλλά και την περιουσία τους, να το κάνουν με σύνεση, με περίσκεψη, με σιγουριά και με αποτελεσματικότητα.
Ένα από τα προβλήματα, που καταγράφηκε στο διεκδικητικό πλαίσιο του 21ου Πανελλαδικού Συνεδρίου, της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων που είχε πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη στις 31 Μαρτίου 2011 ήταν και η :"Άμεση αντιμετώπιση των αρνητικών για τους αστυνομικούς συνεπειών από την εφαρμογή του Νόμου 3169/2003 και ίδρυση - λειτουργία των επιβαλλόμενων απ' αυτόν σκοπευτηρίων σε κάθε έδρα Αστυνομικής Διεύθυνσης και εμπέδωση των διατάξεων του νέου αυτού νομικού πλαισίου σ'ό,τι αφορά τη χρήση των όπλων."
Ανατρέξαμε στα Πρακτικά της Βουλής όταν στις 2003 , σχεδόν μια δεκαετία πριν, υπό διαφορετικές συνθήκες συζητούσαν στη Βουλή τον Νόμο 3169/2003 (ΦΕΚ Α-189). Επισημάναμε τις ενστάσεις που κατέθεσαν οι Βουλευτές και θα τολμήσουμε να θίξουμε το μεγάλο θέμα της Οπλοχρησίας των αστυνομικών και αυτό γιατί οι καιροί το επιτάσσουν, γιατί δεν πρέπει να θρηνήσουμε θύματα αστυνομικούς, γιατί τα βαριά όπλα στα χέρια των κακοποιών είναι πλέον χιλιάδες, γιατί οι κακοποιοί δε διστάζουν να τα χρησιμοποιήσουν είτε σε βάρος των πολιτών κατά τη διάρκεια εγκληματικών πράξεων είτε σε βάρος αστυνομικών.
Πόσο εύκολα ο αστυνομικός κάνει χρήση του οπλισμού του;
Πρέπει να αναρωτηθούμε αν σήμερα ο αστυνομικός κάνει χρήση του οπλισμού του με μεγάλη διστακτικότητα ή μεγάλη αυτοσυγκράτηση.
- Ο αστυνομικός δικαιούται να κάνει χρήση του όπλου του μόνο στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων του (άρθρο 3 παρ.2 Ν.3169/2003) και αποκλειστικώς λόγω της ιδιομορφίας της αποστολής του. Απαγορεύεται να κάνει χρήση του όπλου του όταν δεν εκπληρώνει τα καθήκοντά του. Πρέπει δηλαδή να εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία. Το άρθρο 9 παρ.2 του Ν.2800/2000 όμως ορίζει ότι :" Όλες οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και το προσωπικό της τελούν σε διαρκή ετοιμότητα για την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος, την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και της έννομης τάξης και την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών. Σε διαρκή ετοιμότητα τελούν και οι συνοριακοί φύλακες και ειδικοί φρουροί για την άσκηση των ειδικών καθηκόντων τους. Το αστυνομικό προσωπικό, οι συνοριακοί φύλακες και οι ειδικοί φρουροί, θεωρούνται ότι βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία σε κάθε περίπτωση που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή τους".
- Ο αστυνομικός πρέπει να πάρει ακαριαία απόφαση μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα και υπό την αμηχανία ή τη δυσκολία να κρίνει σωστά την κατάσταση, θα πρέπει να αποφασίσει αν θα πρέπει να χρησιμοποιήσει το όπλο του και πώς θα το χρησιμοποιήσει , αν τηρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις για να κάνει χρήση του όπλου του, σε μία δεδομένη στιγμή κάτω από αντίξοες συνθήκες, απόφαση η οποία θα πρέπει να είναι κατά πάντα νόμιμη και την οποία για να την πάρει ένα μικτό ορκωτό ποινικό δικαστήριο θα πρέπει να έχουμε διαδικασία μίας εβδομάδας ενδεχομένως, με τακτικούς δικαστές, με ενόρκους για να πει αν ήταν νόμιμο ή παράνομο εκείνο που έκανε ο αστυνομικός. Ζητούμε από τον αστυνομικό αυτή την απόφαση να την πάρει κάτω από τραγικές συνθήκες σε κλάσματα δευτερολέπτου.
- Ο αστυνομικός σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ.2β Ν.3169/2003 θα πρέπει δηλώσει πρώτα την ιδιότητά του και εν συνεχεία, θα παράσχει επαρκή χρόνο ανταπόκρισης. Θα πρέπει να ξέρει, ποιος είναι ο επαρκής χρόνος ανταπόκρισης, να περιμένει τον κακοποιό να ανταποκριθεί και στη συνέχεια να δούμε τι θα κάνει.
- Ο αστυνομικός απαγορεύεται να προτάσσει το όπλο του σε ύποπτο. Αυτό επιτρέπεται μόνο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και εφόσον συντρέχει κίνδυνος ένοπλης επίθεσης σε βάρος αυτού ή τρίτου. Ο αστυνομικός δε μπορεί να γνωρίζει με σαφήνεια πότε μπορεί να κάνει χρήση όπλου. Οι διατυπώσεις του νόμου (άρθρο 3 του Ν. 3169/2003), που υποχρεώνουν τον αστυνομικό να ελέγχει τη δυνατότητα χρήσης ηπιότερων μέσων, να προειδοποιεί για τη χρήση όπλου παρέχοντας μάλιστα επαρκή χρόνο ανταπόκρισης στον ύποπτο κ.α. καθιστούν τους αστυνομικούς εύκολο στόχο τρομοκρατών και λοιπών εγκληματιών του ποινικού δικαίου, οι οποίοι πάντα γνωρίζουν ότι δύνανται να πυροβολούν αστυνομικούς εκ του ασφαλούς.
- Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται εναντίον ανηλίκου, δηλαδή ατόμου κάτω των δεκαοκτώ ετών κατά το νόμο, όταν σε πάρα πολλές περιπτώσεις είναι αδύνατη η αξιολόγηση της ηλικίας του δράστη ιδιαίτερα κάτω από δύσκολες στην πράξη συνθήκες. Οι πολύπλοκες και σε πολλά σημεία αντιφατικές διατάξεις του Ν.3169/2003 στην ουσία είναι επιχειρησιακά ανεφάρμοστες. Πρέπει ο αστυνομικός, τη νύχτα παραδείγματος χάρη ή κάτω από σύγχυση, να διακρίνει αν ένας άνθρωπος δεκαεπτά ετών και έντεκα μηνών είναι ενήλικας ή δεν είναι ενήλικας (άρθρο 3 παρ.7γ ). Θα κριθεί με τις διατάξεις περί πραγματικής πλάνης;
- Πώς είναι δυνατόν ο αστυνομικός ο οποίος πρόκειται να χρησιμοποιήσει το όπλο του για εκφοβιστικό πυροβολισμό σε κατοικημένη περιοχή να προβλέψει την πιθανή πορεία της βολίδας μετά τον εξοστρακισμό σε παρακείμενα κτίρια; (άρθρο 3 παρ.7α )
- Οι διατάξεις του Ν.3169/2003 προβλέπουν και τιμωρίες για παραβίαση των διατάξεών του, με αποτέλεσμα να θέτει τους αστυνομικούς σε δίλημμα για το εάν πρέπει να χρησιμοποιήσουν το όπλο τους. (άρθρο 3 παρ.7α ) Έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος είτε να εκτελούν πλημμελώς τα καθήκοντά τους φοβούμενοι μια ενδεχόμενη τιμωρία είτε σε λίγα χρόνια να γεμίσουν τα δικαστήρια με αστυνομικούς κατηγορούμενους.
- Έλλειψη Σκοπευτηρίων άσκησης των Αστυνομικών. Η εκπαίδευση των αστυνομικών τόσο στη σκοποβολή και στην αποκατάσταση και βελτίωση της σκοπευτικής ικανότητας όσο και στην ψυχολογία των ειδικών συνθηκών και στον τρόπο δράσης υπό συγκεκριμένες καταστάσεις πίεσης. Είναι επιβεβλημένο ο αστυνομικός να είναι προετοιμασμένος για καταστάσεις στις οποίες θα πρέπει να λειτουργήσει υπό πίεση και να μην του προξενούνται συναισθήματα πανικού.Οι αστυνομικοί της πρώτης γραμμής (ΔΙ.ΑΣ, ΟΠΚΕ, Άμεση Δράση κ.λ.π.) πρέπει να εκπαιδεύονται και να ασκούνται καθημερινά στη χρήση του όπλου τους.
- Οι διατάξεις του Ν.3169/2003 προβλέπουν ότι είναι Αντισυνταγματική ή προδήλως παράνομη διαταγή ανωτέρου για χρήση πυροβόλου όπλου δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του αστυνομικού (άρθρο 3 παρ.9).
- Οι διατάξεις του Ν.3169/2003 προβλέπουν ότι ο αστυνομικός έχει δικαίωμα να κάνει χρήση πυροβόλου όπλου και ανάλογα με το στόχο της βολής, κλιμακώνεται εκτός άλλων περιπτώσεων και σε ακινητοποίησης, όταν στοχεύεται η πλήξη μη ζωτικών σημείων του σώματος ανθρώπου και ιδίως των κάτω άκρων αυτού (άρθρο 1 παρ.δ). Γιατί η πολιτεία δεν εφοδίασε τους αστυνομικούς της πρώτης γραμμής (ΔΙΑΣ, ΟΠΚΕ, Άμεση Δράση κ.λ.π.) με ειδικά όπλα ακινητοποίησης όπως γίνεται σε πολλά άλλα σύγχρονα κράτη;
Τα κύρια ζητούμενα
Η προστασία της ζωής, της τιμής και της περιουσίας του Έλληνα πολίτη, αλλά και κάθε ανθρώπινης ύπαρξης που διαμένει και κατοικεί στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την καταγωγή, τη φυλή, το φύλο, το θρήσκευμα και τη γλώσσα, απέναντι σε εγκληματικές πράξεις και ένοπλες επιθέσεις. Η προστασία των πολιτών και η πάταξη των εγκληματικών πράξεων πρέπει να γίνεται μέσω της στήριξης των αστυνομικών με νομοθεσία που θα τους επιτρέπει να χρησιμοποιούν το όπλο τους, όποτε είναι αναγκαίο στον αγώνα για την πάταξη της εγκληματικότητας, χωρίς να κινδυνεύουν να βρεθούν κατηγορούμενοι γιατί έπραξαν το καθήκον τους.
Η εμπέδωση από τον αστυνομικό, με βάση την κατάλληλη νομική θωράκιση, του αισθήματος και της πεποίθησης ότι η πολιτεία τον εμπιστεύεται, τον προστατεύει και κυρίως του δίνει το δικαίωμα -πάντοτε στα πλαίσια του νόμου και όποτε αυτό απαιτείται- να κάνει χρήση του όπλου κατά την υπηρεσία του. Αυτό συμβαίνει αφ΄ ενός για να φέρει σε πέρας το έργο που του έχει αναθέσει η πολιτεία και αφ΄ ετέρου για να προασπίσει τη δική του σωματική ακεραιότητα και των πολιτών, καθώς και την ασφαλή διαβίωσή τους.
Η αποφυγή φαινομένων υπέρβασης εξουσίας λόγω απειρίας και έλλειψης εκπαίδευσης των αστυνομικών που θα έχουν σαν αποτέλεσμα πρώτον, την άνευ σοβαρού λόγου απώλεια της ζωής είτε πολιτών είτε αστυνομικών και δεύτερον, την εξάλειψη περιπτώσεων ολιγωρίας και αδιαφορίας των αστυνομικών, λόγω της μη προστασίας τους από το νομοθετικό πλαίσιο.
Ο νόμος θα πρέπει να βασίζεται στην άριστη θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, τόσο στη βασική όσο και στη συντηρητική, αλλά και στη δημιουργία των κατάλληλων υποδομών οι οποίες ασφαλώς δεν μπορούν να δημιουργηθούν από τη μια στιγμή στην άλλη.
Επειδή....Ο αστυνομικός δεν είναι αντίπαλος των δικαιωμάτων του πολίτη ούτε των ατομικών ελευθεριών των ανθρώπων.
Ο αστυνομικός πρέπει να είναι ο υπερασπιστής, πρέπει να είναι ο φρουρός αυτών των δικαιωμάτων.
Ο αστυνομικός πρέπει να είναι αποτελεσματικός στη αντιμετώπιση του εγκλήματος.
Θεωρούμε ότι η πολιτεία πρέπει να επανεξετάσει το νομικό πλαίσιο σ' ό,τι αφορά τη χρήση των όπλων από τους αστυνομικούς.
Ένα από τα προβλήματα, που καταγράφηκε στο διεκδικητικό πλαίσιο του 21ου Πανελλαδικού Συνεδρίου, της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αστυνομικών Υπαλλήλων που είχε πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη στις 31 Μαρτίου 2011 ήταν και η :"Άμεση αντιμετώπιση των αρνητικών για τους αστυνομικούς συνεπειών από την εφαρμογή του Νόμου 3169/2003 και ίδρυση - λειτουργία των επιβαλλόμενων απ' αυτόν σκοπευτηρίων σε κάθε έδρα Αστυνομικής Διεύθυνσης και εμπέδωση των διατάξεων του νέου αυτού νομικού πλαισίου σ'ό,τι αφορά τη χρήση των όπλων."
Ανατρέξαμε στα Πρακτικά της Βουλής όταν στις 2003 , σχεδόν μια δεκαετία πριν, υπό διαφορετικές συνθήκες συζητούσαν στη Βουλή τον Νόμο 3169/2003 (ΦΕΚ Α-189). Επισημάναμε τις ενστάσεις που κατέθεσαν οι Βουλευτές και θα τολμήσουμε να θίξουμε το μεγάλο θέμα της Οπλοχρησίας των αστυνομικών και αυτό γιατί οι καιροί το επιτάσσουν, γιατί δεν πρέπει να θρηνήσουμε θύματα αστυνομικούς, γιατί τα βαριά όπλα στα χέρια των κακοποιών είναι πλέον χιλιάδες, γιατί οι κακοποιοί δε διστάζουν να τα χρησιμοποιήσουν είτε σε βάρος των πολιτών κατά τη διάρκεια εγκληματικών πράξεων είτε σε βάρος αστυνομικών.
Πόσο εύκολα ο αστυνομικός κάνει χρήση του οπλισμού του;
Πρέπει να αναρωτηθούμε αν σήμερα ο αστυνομικός κάνει χρήση του οπλισμού του με μεγάλη διστακτικότητα ή μεγάλη αυτοσυγκράτηση.
- Ο αστυνομικός δικαιούται να κάνει χρήση του όπλου του μόνο στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων του (άρθρο 3 παρ.2 Ν.3169/2003) και αποκλειστικώς λόγω της ιδιομορφίας της αποστολής του. Απαγορεύεται να κάνει χρήση του όπλου του όταν δεν εκπληρώνει τα καθήκοντά του. Πρέπει δηλαδή να εκτελεί διατεταγμένη υπηρεσία. Το άρθρο 9 παρ.2 του Ν.2800/2000 όμως ορίζει ότι :" Όλες οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και το προσωπικό της τελούν σε διαρκή ετοιμότητα για την πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος, την προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και της έννομης τάξης και την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών. Σε διαρκή ετοιμότητα τελούν και οι συνοριακοί φύλακες και ειδικοί φρουροί για την άσκηση των ειδικών καθηκόντων τους. Το αστυνομικό προσωπικό, οι συνοριακοί φύλακες και οι ειδικοί φρουροί, θεωρούνται ότι βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία σε κάθε περίπτωση που καθίσταται αναγκαία η παρέμβασή τους".
- Ο αστυνομικός πρέπει να πάρει ακαριαία απόφαση μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα και υπό την αμηχανία ή τη δυσκολία να κρίνει σωστά την κατάσταση, θα πρέπει να αποφασίσει αν θα πρέπει να χρησιμοποιήσει το όπλο του και πώς θα το χρησιμοποιήσει , αν τηρούνται όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις για να κάνει χρήση του όπλου του, σε μία δεδομένη στιγμή κάτω από αντίξοες συνθήκες, απόφαση η οποία θα πρέπει να είναι κατά πάντα νόμιμη και την οποία για να την πάρει ένα μικτό ορκωτό ποινικό δικαστήριο θα πρέπει να έχουμε διαδικασία μίας εβδομάδας ενδεχομένως, με τακτικούς δικαστές, με ενόρκους για να πει αν ήταν νόμιμο ή παράνομο εκείνο που έκανε ο αστυνομικός. Ζητούμε από τον αστυνομικό αυτή την απόφαση να την πάρει κάτω από τραγικές συνθήκες σε κλάσματα δευτερολέπτου.
- Ο αστυνομικός σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ.2β Ν.3169/2003 θα πρέπει δηλώσει πρώτα την ιδιότητά του και εν συνεχεία, θα παράσχει επαρκή χρόνο ανταπόκρισης. Θα πρέπει να ξέρει, ποιος είναι ο επαρκής χρόνος ανταπόκρισης, να περιμένει τον κακοποιό να ανταποκριθεί και στη συνέχεια να δούμε τι θα κάνει.
- Ο αστυνομικός απαγορεύεται να προτάσσει το όπλο του σε ύποπτο. Αυτό επιτρέπεται μόνο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και εφόσον συντρέχει κίνδυνος ένοπλης επίθεσης σε βάρος αυτού ή τρίτου. Ο αστυνομικός δε μπορεί να γνωρίζει με σαφήνεια πότε μπορεί να κάνει χρήση όπλου. Οι διατυπώσεις του νόμου (άρθρο 3 του Ν. 3169/2003), που υποχρεώνουν τον αστυνομικό να ελέγχει τη δυνατότητα χρήσης ηπιότερων μέσων, να προειδοποιεί για τη χρήση όπλου παρέχοντας μάλιστα επαρκή χρόνο ανταπόκρισης στον ύποπτο κ.α. καθιστούν τους αστυνομικούς εύκολο στόχο τρομοκρατών και λοιπών εγκληματιών του ποινικού δικαίου, οι οποίοι πάντα γνωρίζουν ότι δύνανται να πυροβολούν αστυνομικούς εκ του ασφαλούς.
- Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται εναντίον ανηλίκου, δηλαδή ατόμου κάτω των δεκαοκτώ ετών κατά το νόμο, όταν σε πάρα πολλές περιπτώσεις είναι αδύνατη η αξιολόγηση της ηλικίας του δράστη ιδιαίτερα κάτω από δύσκολες στην πράξη συνθήκες. Οι πολύπλοκες και σε πολλά σημεία αντιφατικές διατάξεις του Ν.3169/2003 στην ουσία είναι επιχειρησιακά ανεφάρμοστες. Πρέπει ο αστυνομικός, τη νύχτα παραδείγματος χάρη ή κάτω από σύγχυση, να διακρίνει αν ένας άνθρωπος δεκαεπτά ετών και έντεκα μηνών είναι ενήλικας ή δεν είναι ενήλικας (άρθρο 3 παρ.7γ ). Θα κριθεί με τις διατάξεις περί πραγματικής πλάνης;
- Πώς είναι δυνατόν ο αστυνομικός ο οποίος πρόκειται να χρησιμοποιήσει το όπλο του για εκφοβιστικό πυροβολισμό σε κατοικημένη περιοχή να προβλέψει την πιθανή πορεία της βολίδας μετά τον εξοστρακισμό σε παρακείμενα κτίρια; (άρθρο 3 παρ.7α )
- Οι διατάξεις του Ν.3169/2003 προβλέπουν και τιμωρίες για παραβίαση των διατάξεών του, με αποτέλεσμα να θέτει τους αστυνομικούς σε δίλημμα για το εάν πρέπει να χρησιμοποιήσουν το όπλο τους. (άρθρο 3 παρ.7α ) Έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος είτε να εκτελούν πλημμελώς τα καθήκοντά τους φοβούμενοι μια ενδεχόμενη τιμωρία είτε σε λίγα χρόνια να γεμίσουν τα δικαστήρια με αστυνομικούς κατηγορούμενους.
- Έλλειψη Σκοπευτηρίων άσκησης των Αστυνομικών. Η εκπαίδευση των αστυνομικών τόσο στη σκοποβολή και στην αποκατάσταση και βελτίωση της σκοπευτικής ικανότητας όσο και στην ψυχολογία των ειδικών συνθηκών και στον τρόπο δράσης υπό συγκεκριμένες καταστάσεις πίεσης. Είναι επιβεβλημένο ο αστυνομικός να είναι προετοιμασμένος για καταστάσεις στις οποίες θα πρέπει να λειτουργήσει υπό πίεση και να μην του προξενούνται συναισθήματα πανικού.Οι αστυνομικοί της πρώτης γραμμής (ΔΙ.ΑΣ, ΟΠΚΕ, Άμεση Δράση κ.λ.π.) πρέπει να εκπαιδεύονται και να ασκούνται καθημερινά στη χρήση του όπλου τους.
- Οι διατάξεις του Ν.3169/2003 προβλέπουν ότι είναι Αντισυνταγματική ή προδήλως παράνομη διαταγή ανωτέρου για χρήση πυροβόλου όπλου δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του αστυνομικού (άρθρο 3 παρ.9).
- Οι διατάξεις του Ν.3169/2003 προβλέπουν ότι ο αστυνομικός έχει δικαίωμα να κάνει χρήση πυροβόλου όπλου και ανάλογα με το στόχο της βολής, κλιμακώνεται εκτός άλλων περιπτώσεων και σε ακινητοποίησης, όταν στοχεύεται η πλήξη μη ζωτικών σημείων του σώματος ανθρώπου και ιδίως των κάτω άκρων αυτού (άρθρο 1 παρ.δ). Γιατί η πολιτεία δεν εφοδίασε τους αστυνομικούς της πρώτης γραμμής (ΔΙΑΣ, ΟΠΚΕ, Άμεση Δράση κ.λ.π.) με ειδικά όπλα ακινητοποίησης όπως γίνεται σε πολλά άλλα σύγχρονα κράτη;
Τα κύρια ζητούμενα
Η προστασία της ζωής, της τιμής και της περιουσίας του Έλληνα πολίτη, αλλά και κάθε ανθρώπινης ύπαρξης που διαμένει και κατοικεί στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την καταγωγή, τη φυλή, το φύλο, το θρήσκευμα και τη γλώσσα, απέναντι σε εγκληματικές πράξεις και ένοπλες επιθέσεις. Η προστασία των πολιτών και η πάταξη των εγκληματικών πράξεων πρέπει να γίνεται μέσω της στήριξης των αστυνομικών με νομοθεσία που θα τους επιτρέπει να χρησιμοποιούν το όπλο τους, όποτε είναι αναγκαίο στον αγώνα για την πάταξη της εγκληματικότητας, χωρίς να κινδυνεύουν να βρεθούν κατηγορούμενοι γιατί έπραξαν το καθήκον τους.
Η εμπέδωση από τον αστυνομικό, με βάση την κατάλληλη νομική θωράκιση, του αισθήματος και της πεποίθησης ότι η πολιτεία τον εμπιστεύεται, τον προστατεύει και κυρίως του δίνει το δικαίωμα -πάντοτε στα πλαίσια του νόμου και όποτε αυτό απαιτείται- να κάνει χρήση του όπλου κατά την υπηρεσία του. Αυτό συμβαίνει αφ΄ ενός για να φέρει σε πέρας το έργο που του έχει αναθέσει η πολιτεία και αφ΄ ετέρου για να προασπίσει τη δική του σωματική ακεραιότητα και των πολιτών, καθώς και την ασφαλή διαβίωσή τους.
Η αποφυγή φαινομένων υπέρβασης εξουσίας λόγω απειρίας και έλλειψης εκπαίδευσης των αστυνομικών που θα έχουν σαν αποτέλεσμα πρώτον, την άνευ σοβαρού λόγου απώλεια της ζωής είτε πολιτών είτε αστυνομικών και δεύτερον, την εξάλειψη περιπτώσεων ολιγωρίας και αδιαφορίας των αστυνομικών, λόγω της μη προστασίας τους από το νομοθετικό πλαίσιο.
Ο νόμος θα πρέπει να βασίζεται στην άριστη θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση, τόσο στη βασική όσο και στη συντηρητική, αλλά και στη δημιουργία των κατάλληλων υποδομών οι οποίες ασφαλώς δεν μπορούν να δημιουργηθούν από τη μια στιγμή στην άλλη.
Επειδή....Ο αστυνομικός δεν είναι αντίπαλος των δικαιωμάτων του πολίτη ούτε των ατομικών ελευθεριών των ανθρώπων.
Ο αστυνομικός πρέπει να είναι ο υπερασπιστής, πρέπει να είναι ο φρουρός αυτών των δικαιωμάτων.
Ο αστυνομικός πρέπει να είναι αποτελεσματικός στη αντιμετώπιση του εγκλήματος.
Θεωρούμε ότι η πολιτεία πρέπει να επανεξετάσει το νομικό πλαίσιο σ' ό,τι αφορά τη χρήση των όπλων από τους αστυνομικούς.